25/2/16

88α Οσκαρφίσματα (τα αιρετικά) - μέρος β'

  Αφού διαβάσεις το πρώτο μέρος θα έρθεις εδώ, όπου παίρνοντας αφορμή από την επερχόμενη τελετή των Όσκαρ συνεχίζουμε να μιλάμε για ταινίες. Ε ναι λοιπόν, ταινίες, ταινίες, ταινίες! Περάστε μέσα ταινιόφιλοι! Εδώ στο offshade κόβουμε ταινίες στη μέση! Δώστε μας την προσφορά σας για την τεράστια ποικιλία μας σε ταινίες. Πρόκειται για μια έκρηξη ταινιών! Έχουμε άσπρες ταινίες, μαύρες ταινίες, Ισπανικές ταινίες, κίτρινες ταινίες, έχουμε καυτές ταινίες, κρύες ταινίες, υγρές ταινίες, μυρωδάτες ταινίες, μαλλιαρές ταινίες, ματωμένες ταινίες, πιασάρικες ταινίες, έχουμε μεταξωτές ταινίες, βελούδινες ταινίες, ατιμούλικες ταινίες, έχουμε ακόμα και αλογίσιες ταινίες, σκυλίσιες ταινίες, κοτίσιες ταινίες! Ελάτε αν θέλετε ταινίες, ελάτε ταινιόφιλοι! Αν δεν την έχουμε, δεν την θέλετε! Ελάτε μέσα, ταινιόφιλοι!


Α' ΑΝΔΡΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ
Michael Fassbender (Steve Jobs)
Matt Damon (The Martian)
Eddie Redmayne (The Danish Girl)
Bryan Cranston (Trumbo)
Leonardo DiCaprio (The Revenant)

   Ένα πρωινό στα γυρίσματα του Ανθρωποκυνηγητού, ο Λόρενς Ολίβιε βλέπει τον Ντάστιν Χόφμαν να αριβάρει σε κατάσταση χειρότερη και από τον Βασίλη Καρρά σε τερματισμό μαραθωνίου. «Μην απορείς», του κάνει ο Ντάστιν, «πρέπει να δείχνω ξενυχτισμένος για τη σκηνή που θα γυρίσουμε γι’ αυτό και έμεινα ξάγρυπνος όλη νύχτα». Και γυρίζει ο κολοσσός και του αποκρίνεται: «Δοκίμασε κάτι που λέγεται ερμηνεία αγόρι μου, είναι πιο εύκολο».
   Μέρες τώρα διαβάζουμε για τα κρυοπαγήματα του ΝτιΚάπριο στο σετ της Επιστροφής, τα τραύματά του, την ταλαιπώργια του, το πόσο κοτρώνα τόνε πήρε ο Ιναρίτου και πόσο νεοβιτάμ τον κατάντησε. Πάρε κι εμένα πασά μου, κύλα με στα χιόνια, πέρνα απ’ το κορμί μου δυο κοπάδια βίσωνες, σύρε με στα χαλίκια μέχρι να φτύσω τα δυο πακέτα νικοτίνης που ρουφάω και θα σου βγάλω μια απόγνωση στο βλέμμα ίδια με Ναγκασακιανού που βλέπει τον Χοντρό Άντρα στα δέκα μέτρα. Όσο μου λες εμένα - που από τη διατριβή μου σε ταινίες τρόμου μπορώ να ξεχωρίσω φάτσα ανθρώπου που τεμαχίζεται με αλυσοπρίονο από εκείνου που έχει πέσει στη μηχανή πολτοποίησης παριζάκια Υφαντής - ότι ο Λίο αξίζει βραβείο για την ερμηνεία της χρονιάς, θα γελάω μες στη μούρη σου εκπνέοντας παστουρμά. Για το πόσο είναι καιρός του αδικημένου του παλικαριού να πάρει ένα Όσκαρ, ρωτήσαμε τον Ρίτσαρντ Μπάρτον, τον Πήτερ Ο Τουλ, τον Μοντγκόμερι Κλιφτ, την Γκλεν Κλόουζ, τη Μία Φάροου, την Γκρέτα Γκάρμπο, τον Τζέρι Λιούις, και τον Πήτερ Σέλερς - κάποιοι γελούν ακόμα και κάποιοι ξύνουν τα φέρετρά τους προσπαθώντας να αναδυθούν για να μας δείρουν.
   Ο Fassbender δεν ενθουσίασε σε μια μετριότατη και κατά διαστήματα εκνευριστικά στιλιζαρισμένη βιογραφία του Steve Jobs. Στα χνάρια της αναβίωσης των τηλεοπτικών X-Files, μέσω του Matt Damon παίρνουμε το εξτένσιον του Είσαι Το Ταίρι Μου που στέλνει το Σωτήρη στο διάστημα. Αντιθέτως  ο Redmayne αξιοκρατικά θα έπρεπε να είναι το φαβορί ανταποκρινόμενος στον απαιτητικό ρόλο της τρανς μεταμόρφωσής του, αδικείται ωστόσο από το σύνολο του Danish Girl που έχει απιθώσει όλα τα βάρη επάνω στο ταλέντο του, παραμένοντας άνευρο, άτολμο και προκλητικά επιφανειακό αφηγηματικά.
   Εγώ βέβαια θα το έδινα στον Cranston της καρδιάς μας. Πρώτον σε κανένα σημείο δεν περιμένεις τον Ντάλτον Τράμπο να βγάλει μαχαιράκι για να σπάσει μεθαμφεταμίνη, γεγονός που λέει πολλά για το ερμηνευτικό εύρος ενός ηθοποιού που έχει στιγματιστεί από έναν διαχρονικό πλέον τηλεοπτικό ρόλο. Αδιάβαστοί μου εσείς στο Breaking Bad αναφέρομαι, κι εσείς οι διαβασμένοι μην μου υποδείξετε ότι το σπάσιμο το αναλάμβανε συνήθως ο Τζέσι - φανφαρίζω ως συνήθως. Δεύτερον η ταινία αξίζει πολλά περισσότερα από τη μία ταπεινή υποψηφιότητα - θα μπορούσε με ευκολία να φιγουράρει στην οκτάδα των ταινιών της χρονιάς. Μετρημένη αλλά με νεύρο, άρτια σκηνοθετικά και ερμηνευτικά, με μια ιστορία που η Αμερικάνικη κοινωνία γενικότερα και η κινηματογραφική της βιομηχανία ειδικότερα προσπαθεί να ξεχάσει. Αυτό το στίγμα της εποχής του Μακαρθισμού με την Επιτροπή Αντιμερικανικών Ενεργειών να διώκει καλλιτέχνες για τις πεποιθήσεις τους και άλλους να ρουφιανεύουν συναδέλφους τους για μια θέση στο χολιγουντιανό δημόσιο, θα μπορούσε να ξεπλύνει λιγάκι η Ακαδημία αναδεικνύοντας την ταινία του Jay Roach για την ιστορική της αξία. Αντ’ αυτού και όπως ήταν αναμενόμενο προτίμησε να την θάψει με τη υποτίμησή της, και αυτός είναι ο τρίτος και τελευταίος λόγος στην καταμέτρησή των αιτιάσεών μου.
   Όχι ότι έχει ιδιαίτερη σημασία. Εκτός και αν πιαστεί με κανέναν ψύλλο, με καμιά κονκάρδα του Ντόναλντ Τραμπ ή να βιάζει κανά ανήλικο μέχρι την ημέρα των απονομών, ο Ντι Κάπριο έχει το αγαλματίδιο στο τσεπάκι. Κοντολογίς δώσ' μου να πιω το δηλητήριο θα 'ναι η ζωή μου ένα μαρτύριο.

Α' ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΡΟΛΟΣ
Jennifer Lawrence (Joy)
Charlotte Rampling (45 Years)
Cate Blanchett (Carol)
Saoirse Ronan (Brooklyn)
Brie Larson (Room)

   Πώς βλέπει ο βάζελος τον Πράνιτς στην αρχική ενδεκάδα και ξέρει ότι το ματς θα στραβώσει; Έτσι και ο φιλμάκιας βλέπει τον Ρόμπερτ ΝτεΝίρο στο καστ μιας νέας ταινίας και ψυλλιάζεται ότι το καρπούζι θα είναι μάπα. Στην περίπτωση του Joy απλά μένεις άφωνος με το πώς μια τόσο κακή ταινία μπορεί να θεωρήθηκε άξια να φιγουράρει στη λίστα των διαγωνιζομένων.
Με την τέταρτη υποψηφιότητα στα μόλις 25 της (ηλικιακά, όχι φιλμικά) χρόνια, η Τζένιφερ Πεινωπαίχνιδα Λώρενς έχει γίνει η νέα αγαπημένη των γερόντων της Ακαδημίας και η μόνη εξήγηση που θα μπορούσα να δεχτώ είναι ότι το έχει κάνει μπουρί από τη περαντζάδα. Κάτι θα ξέρει ο Woody Harrelson. Αν είναι έτσι, άξια και αυτή η υποψηφιότητα του κοριτσιού με μια ταινία που δεν θα ξανάβλεπα ούτε αν μου έλεγαν ότι μου διέφυγε η σκηνή όπου αποκαλύπτουν τους αριθμούς των επόμενων δέκα κληρώσεων του τζόκερ.
   Στην αντίπερα όχθη η οσκαρικά πρωτοεμφανιζόμενη Charlotte Rampling, η 70χρονη πλέον μούσα του Φρανσουά Οζόν, με πενήντα χρόνια παρουσίας σε συχνά αμφιλεγόμενα κουλτουριάρικα ευρωπαϊκά φιλμ όπως οι Καταραμένοι του Βισκόντι και κάποια προ αμνημονεύτων χρόνων περάσματα από την Αμερική όπως στην Ετυμηγορία πλάι στον Πωλ Νιούμαν ή στο ρόλο της νευρωτικής ηθοποιού στο Γουντιαλενικό Stardust Memories. Και ενώ στη Γαλλία την αποκαλούν La Legende και της έχουν απονείμει το Τάγμα της Λεγεώνας της Τιμής, στην Ακαδημία την γνώριζαν μέχρι πρότινος όσο και τις ερμηνείες του Τζόνυ Βαβούρα στα Κουφώματα. Φέτος την ανακάλυψαν στο 45 Years. Η εσωστρεφής δημιουργία του Andrew Haigh είναι στα πρότυπα της πιο εφιαλτικής εντύπωσης που έχεις περί γαλλικού σινεμά μαζί με ολίγη από Χάνεκε - ήτοι μυστικά και ψέματα με πολλές παύσεις, αργή εξέλιξη, βουβό πόνο και απόγνωση και άλλα καθημερινά. Μιας και ο Χάνεκε είναι από τους λατρεμένους μου σκηνοθέτες σου επιτρέπω να βγάλεις το σκασμό, για να σε ενημερώσω ότι η Rampling διαπρέπει στο ρόλο της συζύγου που βλέπει τον γάμο της να κλονίζεται εξαιτίας των αισθημάτων που εξακολουθεί να τρέφει ο άντρας της για την προ 45ετίας ερωμένη του - που παρεμπιπτόντως είναι και νεκρή. Υποψιάζομαι πως κατανοείς το λόγο που η ταινία δεν διαγωνίζεται στην κατηγορία των οπτικών εφέ, όπως κι εγώ κατανοώ ότι η υποψηφιότητα της Rampling ακολουθεί τη Σταλονική λογική της κάλλιο αργά αναγνώρισης (βλ. παρακάτω). Έχω την αίσθηση βέβαια ότι και η ίδια ψιλοχέστηκε. Όπως έχει πει για τους ρόλους της: «Δεν κάνω ταινίες για να διασκεδάσω τον κόσμο. Διαλέγω ρόλους που με προκαλούν να ξεπεράσω τα όριά μου. Η ανάγκη να κατασπαράξεις, να τιμωρήσεις, να εξευτελίσεις, να παραδοθείς, είναι πρωτεύον στοιχείο της ανθρώπινης φύσης. Για να ανακαλύψεις τι σημαίνει το φυσιολογικό, πρέπει να πλεύσεις επάνω στο κύμα της παραξενιάς». Ζήτω.
   Στο Carol του ο Todd Haynes βάζει την Κέιτ Μπλάνσετ να υποδυθεί μια λεσβία μάνα στο Μπρούκλιν της δεκαετίας του ’50.  Αν θυμηθούμε ότι στην προηγούμενη συνεργασία τους την είχε βάλει να υποδυθεί τον Μπομπ Ντύλαν, φυσιολογικά θα έπρεπε η Μπλάνσετ να ακούει Χέινς και να υποδύεται τον Γουσεΐν Μπολτ - ας όψεται το γεγονός ότι κάθε συμμετοχή σε ταινίες του της εξασφαλίζει και μια υποψηφιότητα για Όσκαρ. Βέβαια όπως και στην προηγούμενη συνεργασία τους, έτσι κι εδώ η Μπλάνσετ θα μείνει μόνο με τη γλύκα, μιας και το Carol είναι ο Εύζωνας των φετινών απονομών: Προσφέρεται για φωτογραφίες έτσι καμαρωτά που στήνει την κορμοστασιά του, όμως κοιτάει σε αποχαύνωση το υπερπέραν χωρίς να σου δίνει σημασία ενώ δεν σαλεύει ούτε μετά από φάπα έντασης Θου-Βου επί του Μαπ-31. Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο της Πατρίσια Χάισμιθ στο οποίο βασίστηκε το σενάριο, ωστόσο αν είναι τόσο άτολμο, ρηχό και μονοδιάστατο όπως και η μεταφορά του, μάλλον υπήρχε λόγος που ως τώρα οι σεναριογράφοι προτιμούσαν τις ιστορίες της με τον Ταλαντούχο Κύριο Ρίπλεϊ. Η Μπλάνσετ καθώς και η Ρούνι Μάρα που αποτελούν το πρωταγωνιστικό δίδυμο της παράνομης σχέσης, προσπαθούν να αντιπαλέψουν τα αμαρτήματα του φιλμ και τιμήθηκαν αμφότερες με υποψηφιότητες για τον τίμιο πλην άνισο αγώνα τους. Έπεσαν μαχόμενες.
       Για το πολύ καλό Brooklyn τα είπαμε λεπτομερώς την προηγούμενη φορά, χάριν του οποίου η εξίσου καλή Ρόναν επανέρχεται ως υποψήφια μετά το Atonement του 2007 όταν ήταν μόλις 13 χρονών. Και θα είχε κάποια τύχη για το Όσκαρ αν δεν έβρισκε στο δρόμο της την εξωγήινη ερμηνεία μιας κάποιας Brie Larson που μας έσκασε από το πουθενά, θα σηκώσει την κούπα στο περπατητό και ελπίζω να μην εξαφανιστεί ως one time wonder στην καταχνιά. Λέω στο περπατητό μιας και η Μπριάν Σιντονί Ντεσολνιέρ -όπως είναι το πραγματικό της όνομα- έχει σηκώσει για το συγκεκριμένο ρόλο στο Room από τη Χρυσή Σφαίρα μέχρι το Χρυσό Ντέρμπι της Ίον, και για να μην την επιλέξει ο ψηφοφόρος της Ακαδημίας θα πρέπει να είναι τόσο άσχετος με τον κινηματογράφο όσο και η γκόμενα με το ποδόσφαιρο που νομίζει ότι ο εκφωνητής αποκαλεί τον Γουόλκοτ Θίο επειδή είναι ανιψιός του.
   Αυτό και ξεκουράζω τη βαλίτσα μου.*

* I rest my case.


ΤΑΙΝΙΑ ΚΙΝΟΥΜΕΝΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ
Anomalisa
Boy & the World (O Menino e o Mundo)
Shaun the Sheep Movie
When Marnie Was There (思い出のマーニー)
Inside Out ✚

   Χώστα μου, απομένουν τόσοι ηθοποιοί, σενάρια, μουσικές, κουστούμια και κλαπατσίμπαλα κι εσύ διακόπτεις τη ροή με τους Τιραμόλες; Απολογούμαι με τη δικαιολογία ότι φέτος, μια από τις πιο αγνοημένες κατηγορίες της βραδιάς λόγω της κατά κανόνα επικράτησης των 3D σχεδίων της Pixar ή της Disney, φέρνει αντιμέτωπες πέντε διαφορετικές τεχνοτροπίες animation με πέντε πολύ αξιόλογες δημιουργίες, κάποιες εκ των οποίων αξίζουν ιδιαίτερης αναγνώρισης.
   Για αρχή το τυπικό και χιλιοαγαπημένο τρισδιάστατο παράγωγο της Pixar, που για ακόμη μία χρονιά εκπλήσσει με τη σεναριακή της δημιουργικότητα. Το Inside Out ακολουθεί τα χνάρια του Ρατατούη, του Wall-E και του Brave σε φαντασία, μιας και εκτελεστικά δεν αναμενόταν κάτι που να μην αγγίζει την (υπολογιστική) τελειότητα. Τη φορά αυτή όμως αντί για ζωάκια, ρομποτάκια και ανθρωπάκια, οι δημιουργοί σκέφτηκαν κάτι ίσως ιδιαίτερα πολύπλοκο για τα μάτια του λιλιπούτειου κοινού τους, δίνοντας μορφή στα συναισθήματα ενός κοριτσιού και βάζοντάς τα μέσα στο κεφάλι του να ρυθμίζουν τη συμπεριφορά του, να φροντίζουν τις αναμνήσεις του, να κοπανιούνται μεταξύ τους και να μπαίνουν σε περιπέτειες ανάμεσα σε εγκεφαλικές έλικες και λοβούς. Ένα ως συνήθως γλυκό, συγκινητικό και αστείο κατασκεύασμα που πριμοδοτήθηκε επίσης με υποψηφιότητα πρωτότυπου σεναρίου και σχεδόν σίγουρα θα τσιμπήσει το Όσκαρ αυτής της κατηγορίας - μιας και αν δεν παινέψουμε το σπίτι μας θα στείλει τον Buzz Lightyear να μας πλακώσει, για το οποίο ωστόσο δεν είμαι σίγουρος ότι σε δέκα χρόνια θα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο αξιομνημόνευτες δημιουργίες της Pixar.
   Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού τώρα και στο Bristol της μάνας Αγγλίας, την πατρίδας της κινούμενης πλαστελίνης της Aardman που έδωσε ζωή μέσω stop motion στις κότες του υπέροχου Chicken Run και του διάσημου διδύμου των Wallace και Gromit. Ο Shaun είναι ένα πανέξυπνο και σκανδαλιάρικο πρόβατο που βαριέται στη φάρμα και την κοπανάει παρέα με όλο το κοπάδι, τον σκύλο και τον ανυποψίαστο αφέντη του για την πόλη, οπότε και ακολουθούν τρελές καταστάσεις που στο παρά τσακ δεν το μετατρέπουν από Shaun The Sheep σε Shaun of the Dead. Οι πλαστελίνες της Aardman όπως πάντα ενθουσιάζουν, και παρά το ότι το στόρι τους κάνει μια κοιλίτσα κάπου στα μισά με τις ευρηματικές ιδέες να δίνουν χώρο στα πάσης φύσης κουτρουβαλήματα, παραμένουν μια ένοχη απόλαυση. Δεν είναι όμως αρκετή από μόνη της για να ξεχωρίζει στην πεντάδα.
   Στροφή 180° με βουτιά στα σκοτάδια του υποσυνείδητου από το Anomalisa του Charlie Kaufman. Ναι, αυτού του Kaufman, του δημιουργού των Adaptation και Στο Μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς και Αιώνια Λιακάδα Ενός Καθαρού Μυαλού που αποφάσισε να κάνει ό,τι και στις περισσότερες ταινίες του, αυτή τη φορά με τη μορφή καρτούν: να αποσυναρμνολογήσει το μυαλό του πρωταγωνιστή του και να μας αποκαλύψει τους μηχανισμούς του. Όπως και στην περίπτωση του Shaun δεν έχουμε σκίτσα αλλά stop motion τρισδιάστατες φιγούρες που ωστόσο δεν έχουν δημιουργηθεί με πλαστελίνη αλλά με τρισδιάστατους εκτυπωτές: τον Μάικλ που ταλανίζεται από τη μοναξιά, τα διλήμματα και τις προκλήσεις της μέσης του ηλικίας και της Λίζα που φαντάζει ως η πηγή αναζωογόνησής του. Το αποτέλεσμα είναι μια μελαγχολική, εσωστρεφής και φιλοσοφικά φιλόδοξη ταινία που αγγίζει ζητήματα όπως ο αυτοματισμός και η έλλειψη ατομικότητας στη σύγχρονη εποχή. Όντας η πρώτη ακατάλληλη για ανηλίκους ταινία που έχει διαγωνιστεί ποτέ στην κατηγορία, αντιλαμβάνεται κανείς ότι είναι μια πολύ ιδιαίτερη προσπάθεια που απευθύνεται σε ένα αντίστοιχα ιδιαίτερο και σαφώς περιορισμένο κοινό. Σε αυτό το κοινό θα μπορούσα να συγκαταλέξω και τον εαυτό μου δίνοντάς της ψήφο έγκρισης ως συνολική σύλληψη, θα την προτιμούσα ωστόσο πιο μαζεμένη σε διάρκεια.
   Το αναπληρωματικό μου Όσκαρ πάει σε ένα κινούμενο σχέδιο προερχόμενο από τα στούντιο της γιαπωνέζικης Ghibli - αυτό και μόνο θα αρκούσε για να καταταγεί πολύ ψηλά στις προτιμήσεις μου. Όλοι την έμαθαν από το οσκαρικό Spirited Away, με τη μικρούλα Τσιχίρο να κατεδαφίζει τον Τιτανικό του Cameron στο γιαπωνέζικο box office και να γίνεται το πρώτο μη χολιγουντιανό animation που έσπασε ταμεία σε όλο τον κόσμο. Εσύ όμως ο ψαγμένος, επιβάλλεται να δεις το ακαταμάχητο My Neighbor Totoro - μια μίξη απωανατολίτικου μυστικισμού και αφέλειας που θα σε κάνει να νιώσεις ξανά παιδί για μιάμιση ώρα - και το συγκλονιστικό Grave of the Fireflies - που ταπεινώς κατατάσσω ως το κορυφαίο animation όλων των εποχών, ένα αντιπολεμικό δράμα που θα σε κάνει να κλάψεις δέκα φορές πιο γοερά από οτιδήποτε Ξανθοπουλικό ή σινεμαοπαραδεισιακό στο παρελθόν. Η οπτική χρωματική ομορφιά και η αφηγηματική ιδιαιτερότητα που διέπει όλες τις παραγωγές της Ghibli ξεχειλίζει και στο When Marnie Was Here, τη γλυκόπικρη ιστορία ενός ορφανού κοριτσιού που δραπετεύει σε έναν ονειρόκοσμο για να συναντήσει τη Μάρνι - μια γνωριμία που θα την κάνει να συνθηκολογήσει με το παρελθόν της. Το κατά τα φαινόμενα κύκνειο άσμα του στούντιο μετά την απόφαση του συνιδρυτή και δημιουργού της Χαγιάο Μιγιαζάκι -του κορυφαίου animator όλων των εποχών κατά τον Roger Ebert- να αποσυρθεί από την ενεργό δράση, μπορεί να μη φτάνει τη μεγαλοπρέπεια των κορυφαίων παραγωγών του, στέκεται  παρόλα αυτά ένα σκαλί πάνω από όλα όσα θα δεις σε κινούμενο σχέδιο φέτος.
   Εξαιρουμένου του Boy and the World. Τι να πρωτοπώ για την ταινία του Alê Abreu για να σας πείσω να τη δείτε. Το μικρό του Βραζιλιάνικο έπος δεν πρόκειται να βρει διανομή στην Ελλάδα, οπότε ψάξτε να το βρείτε με όσους άλλους τρόπους γνωρίζετε και θα με ευγνωμονείτε - πρόκειται για μια φιλμική εμπειρία από τις λίγες. Ζωγραφισμένη εξ ολοκλήρου στο χέρι με κηρομπογιές και μολύβια, μας μαθαίνει τον κόσμο ολόκληρο μέσα από τα μάτια ενός παιδιού: τα σκίτσα ξεκινούν από απλές χρωματιστές γραμμές και ξεδιπλώνονται σαν ολοένα και πιο πολύπλοκα σχέδια επάνω σε κεντημένο χαλί όσο ο μικρός πρωταγωνιστής διευρύνει τους ορίζοντές του. Έχοντας φύγει από τη φτωχική του επαρχιακή καλύβα σε αναζήτηση του πατέρα του στην μεγάλη πόλη, συναντά πράγματα και έννοιες πρωτόγνωρες και τα μάτια του πλάθουν εικόνες αναμειγμένες με την παιδική του φαντασία και κατάπληξη. Οι γερανοί έχουν ράμφη και τα φορτηγά μάτια, τα τρένα είναι ατελείωτα σκουλήκια, τα ελικόπτερα τεράστιες σφήκες, οι μουσικές νότες μικρές χνουδωτές μπάλες που αιωρούνται στον αέρα ή βουλιάζουν στα νερά των δρόμων που χύνονται στους υπονόμους. Όλα αυτά σε μια εικονοσύνθεση βουτηγμένη στο LSD και αναμειγμένη με ένα καρναβάλι ήχων, ένα μαγικό αποτέλεσμα που ξεκινά γλυκό και γίνεται σκληρόπικρο στην πορεία. Τα παιδιά θα το λατρέψουν, όμως κι εσύ αν έχεις μια σταγόνα παιδικής αθωότητας μέσα σου που αναζητά να γίνει χείμαρρος για λίγη ώρα, θα μείνεις αποσβολωμένος. Μια από τις ταινίες της χρονιάς που δυστυχώς θα φύγει με άδεια χέρια τη βραδιά των απονομών για χάρη των τετριμμένων τρισδιάστατων υπολογιστικών γραφικών.


Β' ΑΝΔΡΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ
Tom Hardy (The Revenant)
Sylvester Stallone (Creed)
Mark Rylance (Bridge of Spies)
Mark Ruffalo (Spotlight)
Christian Bale (The Big Short)

   Ξεκίνησε ουσιαστικά την καριέρα του με μια υποψηφιότητα για Όσκαρ, μιας και ως το 1977 δεν έβλεπε καν το όνομά του να αναγράφεται στους τίτλους τέλους μετά από ρόλους όπως αυτός του «Αλήτη στο Μετρό Νο.1» στις Μπανάνες του Γούντι Άλεν. Σαράντα χρόνια μετά και έχοντας ήδη κατακτήσει την κορυφή των Χρυσών Βατόμουρων με 14 υποψηφιότητες και 4 κατακτήσεις, ο Σιλβέστερ Σταλόνε κλείνει τον κύκλο της καριέρας του από εκεί που την ξεκίνησε. Αυτός ο «φανταστικός του φίλος στον οποίο χρωστάει τα πάντα» όπως χαρακτήρισε τον Ρόκι στις απονομές των Χρυσών Σφαιρών, αφού έδειρε τον Μίστερ Τι, τον Χαλκ Χόγκαν και τον Μεγάλο Ιβάν και έληξε με τις γροθιές του τον Ψυχρό Πόλεμο, δεν το είχε σε τίποτα να κάνει τον Σλάι φαβορί στην κατηγορία.
   Απ’ όπου και αν το πιάσεις το Creed μυρίζει πρώτη Ροκίλα που μεταφράζεται αφενός σε μια ιστορία μεταμόρφωσης και ωρίμανσης του κεντρικού της ήρωα, αλλά πρωτίστως σε μια αίσθηση οικειότητας και νοσταλγίας.  Όσο και αν δεν είναι η ταινία στο σύνολό της υποψήφια και ο Σταλόνε κινείται σε γνώριμα ρηχά νερά, δίνεται η αίσθηση ότι η Ακαδημία έχει τη διάθεση να τιμήσει με τον τρόπο της τον αγαθό της γίγαντα. Αυτόν που παρά τις περιορισμένες του ερμηνευτικές ικανότητες άφησε το στίγμα του σε μια γενιά θεατών, που στρώθηκε, μόχθησε, έγραψε, σκηνοθέτησε και υποδύθηκε ήρωες που έγιναν σύμβολα της μεγάλης οθόνης, που έζησε και αποτύπωσε το Αμερικάνικο όνειρο ενώ άνοιξε και μια αλυσίδα εστιατορίων που ονόμασε Πλανήτης Χόλιγουντ. Αν τιμηθεί θα πρόκειται για έναν πρόωρο φόρο τιμής για το σύνολο της προσφοράς του στο σινεμά, γεγονός που μπορεί να ακούγεται αστείο σε όσους φέρνουν στο νου τον Κόμπρα, τον Δικαστή Ντρεντ και τα κοχύλια του Demolition Man, ωστόσο εθελοτυφλούν παραβλέποντας τον πρώτιστο ρόλο του Χόλιγουντ ως βιομηχανία θεάματος, διασκέδασης και κατασκευής ηρώων. Σε μια κατηγορία που στερείται μιας εξόφθαλμα προεξέχουσας ερμηνείας, η βράβευση του Σλάι όχι απλά δεν θα με παραξενέψει, δεν θα μου προκαλέσει καν χαμόγελο θυμηδίας. Δεν θα χειροκροτήσω βέβαια κιόλας. Τα κοχύλια του Demolition Man, για χάρη πηδήματος*!

   Κατά τα λοιπά έχουμε έναν Tom Hardy που διασώζεται από το ναυάγιο της Επιστροφής παρά τη γελοία προφορά του, έναν Rylance που παίζει με τις σιωπές και τις εκφράσεις του προσώπου του και έναν Ruffalo που έχει ένα αξιομνημόνευτο αν και προβλέψιμο ξέσπασμα κάπου στα μισά του Spotlight. Καλά πράγματα αλλά τίποτα το εξαιρετικό. Αν κάποιος ξεχωρίζει και δικαιούται αξιοκρατικά κάτι περισσότερο από τους ανταγωνιστές του, είναι ο Christian Bale που δίνει μια σπιρτάδα στην ιδιορρυθμία του χαρακτήρα του, σε μια ερμηνεία διαφορετική από τις περπατημένες του. Και τώρα που το ξανασκέφτομαι, δεν βαριέσαι, καλύτερα Σταλόνε σε τζέρτζελο, σε εϊτίλα, σε Γιο-Έιντριαν, σε συγκίνηση.
* for fuck’s sake

 Β' ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΡΟΛΟΣ
Rachel McAdams (Spotlight)
Kate Winslet (Steve Jobs)
Jennifer Jason Leigh (The Hateful Eight)
Alicia Vikander (The Danish Girl)
Rooney Mara (Carol)

   Ένας μικρός αχταρμάς σε μια από τις πιο αδιάφορες κατηγορίες. Οπότε κάπου εδώ θα κάνω και την παράκαμψή μου για να γεμίσω τη σελίδα. Την κατακραυγή για την απουσία μαύρων καλλιτεχνών από τα φετινά βραβεία που ανάφλεξε με τη διαμαρτυρία του ο κολοσσός του παγκόσμιου ερμηνευτικού στερεώματος Γουίλι ο Μαύρος Θερμαστής Σμιθ, σιγόνταραν πολλά μέσα με σωρεία στατιστικών, αναδρομών και ινφογκράφικς για να αναδείξουν τις διακρίσεις της Ακαδημίας τόσο σε επίπεδο φυλής όσο και σε επίπεδο φύλου. Προκλητικό διάβασα ότι μόνο μία γυναίκα έχει πάρει ποτέ Όσκαρ σκηνοθεσίας. Μη σου το χαλάσω, αλλά και αυτή η μοναδική βράβευση για το Hurt Locker της Μπίγκελοου ήταν μια πρόκληση από μόνη της. Το ότι οι πραγματικά μεγάλες γυναίκες και οι πραγματικά μεγάλοι μαύροι δημιουργοί του σύγχρονου σινεμά μετρώνται στα δάχτυλα των δύο χεριών, είναι ένα φαινόμενο ριζωμένο σε πολλαπλά κοινωνικά αίτια, δεν μπορεί ωστόσο να αποδοθεί στην αναξιοκρατία της όποιας Ακαδημίας. Όχι πως δεν υπέπεσε σε παράπτωμα στην περίπτωση μιας συγκεκριμένης ταινίας, αυτό όμως θα εξετάσουμε παρακάτω. Ας μείνουμε προς το παρόν στο ζήτημα του φύλου.
   Τρανό παράδειγμα η συγκεκριμένη κατηγορία. Οι υποψηφιότητες των McAdams και Leigh που ζήτημα αν αρθρώνουν τρεις προτάσεις στη διάρκεια των ταινιών στις οποίες συμμετέχουν, μοιάζουν να προέκυψαν μετά από εποικοδομητικά εργώδες αμπεμπαμπλόμ σε κάποιο στουντιακό παρασκήνιο. Και εντάξει, μπορεί η Leigh να ρίχνει υπέροχες ροχάλες κάπου εκεί στις γωνίες του πιο πρόσφατου κατρακυλήματος του Ταραντίνο και κάποιοι να ηδονίζονται με θηλυκά τύπου εργοδηγός στου Σκαραμαγκά, μα σκέψου την ως προσάρτηση στη λίστα των Kim Basinger του Λος Άντζελες Εμπιστευτικό και της Catherine Zeta Jones του Chicago και της Mira Sorvino της Ακαταμάχητης Αφροδίτης και θα ενστερνιστείς τη δυσθυμία μου.
   Στα όσα προαναφέρθηκαν έρχεται να σιγοντάρει και η παρουσία της Μάρα στην κατηγορία. Μια χλιαρή ταινία όπως το Carol με γυναικείο κεντρικό δίδυμο έδωσε και στις δύο υποψηφιότητα, σημάδι της γενικότερης ένδειας καλών γυναικείων ερμηνειών. Η Γουίνσλετ στο ρόλο της γραμματέως που μπήγει δυο τρεις φορές τις φωνές στον Στηβ Τζομπς, και δεν τελειώνει αυτή η παράγραφος που ψάχνει η Νικολούλη το σαγόνι μου από το χασμουρητό. Ευτυχώς που υπάρχει και η Βικάντερ να της δώσει λίγο ενδιαφέρον. Η παρουσία της στο πλάι του Δανέζικου Κοριτσόπουλου είναι μεν καθαρά επικουρική και μπορεί να της στερείται κάθε δυνατότητα να ανταποκριθεί σε κάτι πιο απαιτητικό από τον μονοδιάστατο χαρακτήρα που της προσφέρει το σενάριο, ωστόσο είναι εμφανές ότι το κορίτσι είναι για παραπάνω. Το αποδεικνύει περίτρανα υποδυόμενη το ρομπότ στο Ex Machina για το οποίο και θα έπρεπε να είναι υποψήφια, αλλά ας όψεται η μοιρασιά που είθισται να εφαρμόζεται μεταξύ των στούντιο στις ταινίες μικρομεσαίας δυναμικότητας. Θα την προτιμήσω λοιπόν γι’ αυτή τη δεύτερη ερμηνεία και για τον αέρα ελπιδοφόρας φρεσκάδας που αποπνέει.
   Την κούρσα θα κερδίζει φυσικά η ερμηνεία που κράζω περισσότερο, αφού και οι δύο τελευταίες παπαριές του Ταραντίνο κέρδισαν από ένα Όσκαρ δεύτερου ρόλου (ο Christoph Waltz τόσο για τους Μπάσταρδη όσο και για το Τζάνγκο) και ως γνωστόν το κακό πρέπει να τριτώνει για να κάνει επιτέλους τον κύκλο του.

ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ
Cartel Land (Matthew Heineman)
The Look of Silence (Joshua Oppenheimer)
What Happened, Miss Simone? (Liz Garbus)
Winter on Fire: Ukraine's Fight For Freedom (Evgeny Afineevsky)
Amy: Το Κορίτσι Πίσω από το Ονομα (Asif Kapadia)

   Μικρό διάλειμμα από τα τετριμμένα για χάρη μιας αγαπημένης μου κατηγορίας, αδερφής των κινουμένων σχεδίων, όπου το ενδιαφέρον του κοινού είναι περιορισμένο δίνοντας την ευκαιρία στα μέλη της Ακαδημίας να κάνουν κοπάνα από τις προβολές ψηφίζοντας ό,τι είναι δημοφιλέστερο και πιο σουσουρώδες. Δεν είναι τυχαίο ότι σπάνια μια υποψηφιότητα κάνει την έκπληξη κόντρα στις προβλέψεις, με τις πιο πρόσφατες μνήμες να το επιβεβαιώνουν - Searching For Sugar Man, 20 Feet From Stardom και Citizenfour, τα φαβορί και ταυτόχρονα οι επικρατούντες των τριών τελευταίων ετών. Η επιλογή της τελικής πεντάδας μάλλον γίνεται με γνώμονα τις βραβεύσεις τους στα διάφορα ανά τον κόσμο φεστιβάλ και ο τελικός νικητής επιλέγεται με το κριτήριο «τι θα ψηφίσεις ρε μαλέα που βαριέμαι να κάτσω να τα δω γαμώ το History Channel μου μέσα». Αποτέλεσμα όλων αυτών να μένουν στην αφάνεια πολύ αξιόλογες δημιουργίες και -το σπουδαιότερο- πολύ σημαντικές εξιστορήσεις, σημαντικότερες από κάθε χολιγουντιανή σαπουνόπερα εκεί έξω.
  Πάρτε για παράδειγμα το Look of Silence, όπου ένας μεσήλικας Ινδονήσιος ψάχνει να βρει και να κοιτάξει κατά πρόσωπο τους δολοφόνους του αδερφού του. Ίσα με τρία εκατομμύρια θεωρούμενοι κομμουνιστές, αριστεριστές και αντιεξουσιαστές έχασαν τη ζωή τους κατά την περίοδο των Ινδονησιακών Σφαγών το 1965, με τις κοινωνικές και ψυχολογικές επιπτώσεις να κρέμονται πενήντα χρόνια μετά βαριές σαν ώριμα τσαμπιά, αποτυπωμένες στο φιλμ του Όπενχαϊμερ. Μπορείς και να το θεωρήσεις λίγο πιο σημαντικό ως αφηγηματικό υπόβαθρο από έναν τύπο που σπέρνει κουκιά στον Άρη και έναν άλλον που παριστάνει τον Τζιμπρίλ Σισέ των αποθεραπειών στις πλαγιές της Βόρειας Ντακότας. Πρόκειται για τη συνέχεια, ή ακριβέστερα το παράγωγο, του πολυβραβευμένου και ψυχοβγαλτικού The Act of Killing του 2012, που είδαν ελάχιστοι και έχασε το Όσκαρ από μια ταινία με θέμα τραγουδιστές - το 20 Feet From Stardom. Ό,τι ακριβώς θα συμβεί και με αυτό εδώ δηλαδή.
   Υπαίτια βέβαια δεν θα είναι η βιογραφία της Νίνα Σιμόνε του What Happened, Miss Simone? - τίτλος που προέκυψε από συνεντευξιακή ερώτηση της Μάγια Αγγέλου και βασικά κότσαρα αυτή την παρακαμπτική επεξήγηση για να μην βάλω τελεία δίπλα στο ερωτηματικό και χτυπήσει άσχημα στο μάτι. Σπουδαία φωνή, σπουδαία δημιουργός, σπουδαία συμμετοχή στους αγώνες κατά των φυλετικών διακρίσεων, λιγότερο σπουδαίο το ντοκιμαντέρ παρά τις αδημοσίευτο αρχειακό υλικό που παρουσιάζει. Ενδιαφέρον το δίχως άλλο, του λείπει ωστόσο το νεύρο που υπεραφθονεί στην άλλη μουσική υποψηφιότητα της κατηγορίας.
    Στην οποία θα αναφερθούμε τελευταία και αφού πρώτα ξεπετάξουμε το Cartel Land, στο οποίο ομάδες Μεξικανών πολιτών υπό την καθοδήγηση ενός γκρινγκογιατρού παίρνουν το νόμο στα χέρια τους αντιμαχόμενες τα καρτέλ ναρκωτικών που λυμαίνονται τα χωριά τους, την ώρα που μια άλλη ομάδα Αμερικανών πολιτών παίρνει το νόμο στα χέρια της προσπαθώντας να αποτρέψει την λαθραία είσοδο μεταναστών στα σύνορα της Αριζόνα. Παίρνω κι εγώ το νόμο στα χέρια μου και αποκαλύπτοντας ότι με νύσταξε σε βαθμό αδικαιολόγητο για το θέμα που πραγματεύεται, την καταδικάζω σε αιώνια λήθη παρά τις θερμές κριτικές που την ακολουθούν.
   Το αντίθετο ακριβώς συνέβη με το Winter on Fire, το οποίο ξεκίνησα έχοντας το στοπ του τηλεκοντρόλ σε απόσταση παλάμης υποψιασμένος ότι θα αντίκριζα μια θλιβερή προπαγανδόσουπα, και παρά το χάντικαπ κατάφερε να με εκπλήξει ευχάριστα. Όχι πως δεν πρόκειται για μια μονόπλευρη καταγραφή των αιματηρών γεγονότων που έλαβαν χώρα στην Ουκρανία από τα τέλη του 2013 ως το Φλεβάρη του 2014 με επίκεντρο την πλατεία Ανεξαρτησίας στο Κίεβο. Φιλοευρωπαϊστές διαδηλωτές κατά ενός φιλορώσου πρωθυπουργού με τελική έκβαση τη φυγή του τελευταίου με ελικόπτερο στη Ρωσία, μετά από μια τρίμηνη μάχη γεμάτη πέτρες, μολότοφ, δακρυγόνα, Καλάσνικοφ, ελεύθερους σκοπευτές και κοντά εκατό νεκρούς. Το ντοκιμαντέρ παρακολουθεί από πολύ κοντά, μικρές σφήνες συνεντεύξεων κερματίζουν τις οδομαχίες, εικόνες που γίνονται ολοένα και πιο ωμές ξεκινώντας από άγρια ξυλοκοπήματα και φτάνοντας σε παραμορφωμένα πρόσωπα και εν ψυχρώ on camera εκτελέσεις. Ως λαός έχουμε πρόσφατες παραστάσεις επεισοδιακών διαδηλώσεων, τούτο δω όμως είναι πλατεία Συντάγματος και Εξαρχείων μαζί βουτηγμένες σε πισίνα τεστοστερόνης με ορό αδρεναλίνης καρφωμένο στο μπράτσο. Ανεξαρτήτως των ιδεολογικοπολιτικών πεποιθήσεων με τις οποίες θα προσεγγίσει κανείς τα τεκταινόμενα, είναι δύσκολο να μην παρασυρθεί από τον παλμό του σημαντικού αυτού ντοκουμέντου ενός σύγχρονου λαϊκού ξεσηκωμού.
   Το ντοκιμαντέρ για την Amy Winehouse στον πυρήνα του προσπαθεί να αποτρέψει να ξεστομίσεις αυτό που μπορεί ήδη να σκέφτεσαι, ότι δηλαδή θα πάρει το Όσκαρ η ταινία με θέμα τη μαστούρω που έγινε φίρμα βγάζοντας μισό δίσκο και ένα τραγούδι επειδή πέθανε στο απόγειο της δόξας της. Που μπορεί να έχει βάση ως συμπέρασμα για τη συγκεκριμένη διαγωνιστική διαδικασία και να ισχύει με κάποια δόση υπερβολής και στα επί μέρους της στοιχεία, ωστόσο παραμερίζοντας το βάρος της προσωπικότητας και αντιμετωπίζοντας το φιλμ ως μυθοπλασία, ως mockumentary, γίνεται άμεσα εκτιμητή η δυναμική και η ποιότητά του. Το περιβάλλον της Αγγλικής επαρχίας στο οποίο μεγάλωσε η Amy μου είναι τόσο γνώριμο και κορίτσια με τις συμπεριφορές και τις συνθήκες ανατροφής της δεν ήταν παρά τα κορίτσια της διπλανής πόρτας, εκείνα που συναντούσες στην καθημερινότητα της δουλειάς και της βραδινής εξόδου. Βλέποντας την Amy της ξέγνοιαστης εφηβείας, της κολλούσα ονόματα δικών μου γνωριμιών από το πρόσφατο χθες, η Μπεθ και η Κέρστι και άλλες, ίδιες και απαράλλαχτες πλην του ταλέντου. Πορευόμενος με αυτό το «τι θα γινόταν αν» καθώς ξετυλίγεται το κουβάρι των τραγικών επιλογών και εξαρτήσεων, δεν μπορούσα παρά να βλέπω ένα κορίτσι καθημερινό και ευάλωτο και αδύναμο, απαράλλαχτο η Μπεθ η Κέρστι και άλλες, παρά τη δόξα και το χρήμα. Μπορεί αυτά που μου είπε συναισθηματικά να μην πουν τίποτα σε σένα με τις διαφορετικές παραστάσεις, μπορεί επίσης το φιλμ να αποκρύπτει και να εξωραΐζει καταστάσεις σπρώχνοντας τεχνηέντως προς τη συμπάθεια. Μπορεί. Αγιογραφία πάντως δεν το λες και αν το πλησιάσεις χωρίς προκατάληψη θα σε τραβήξει με την αμεσότητά του.
   Τι κρίνουμε λοιπόν ως άξιο βράβευσης; Σίγουρα η θεματική βαρύτητα είναι ένας σημαντικός παράγοντας, μα ας μην ξεχνάμε ότι δεν βρισκόμαστε εν μέσω διδασκαλίας σε αμφιθέατρο αλλά σε μια διαδικασία κινηματογραφικής αξιολόγησης με το κριτήριο της καλύτερης καλλιτεχνικής σύνθεσης να αξίζει το έπαθλο. Έχοντας αυτό ως κατευθυντήρα και με κάποιο δισταγμό θα πρόκρινα το Amy ως επιλογή μου, υποσημειώνοντας ωστόσο ότι τόσο το Look of Silence όσο και το Winter on Fire φέρουν μεγαλύτερη βαρύτητα ως ιστορικές οντότητες.

ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΣΕΝΑΡΙΟ
Jonathan Herman, Andrea Berloff (Straight Outta Compton)
Tom McCarthy, Josh Singer (Spotlight)
Pete Docter, Josh Cooley (Inside Out)
Alex Garland (Ex Machina)
Ethan & Joel Coen, Matt Charman (Bridge of Spies)

   Το πρόβλημά μου με τη συγκεκριμένη κατηγορία ήταν πάντα ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον όρο «πρωτότυπο» -ή «αυθεντικό» αν προτιμάς ως μετάφραση του original-δίπλα στο σενάριο. Πόσο πρωτότυπη μπορεί να είναι μια βιογραφία; Πόσο η εξιστόρηση ενός ιστορικού γεγονότος; Μιας δημοσιογραφικής έρευνας; Η ακαδημία ορίζει ως διασκευασμένη την κινηματογραφική μεταφορά της συγγραφικής φαντασίας που έχει κατατεθεί σε μορφή βιβλίου, όχι όμως μιας προϋπάρχουσας αληθινής ιστορίας. Αν θες τη γνώμη μου, καθόλου πρωτότυπο σενάριο ιντίντ. Φέτος ειδικά το κακό παράγινε, με μία βιογραφία, μία δημοσιογραφική έρευνα και μία καταγραφή ιστορικών γεγονότων, αφήνοντάς μας με μόλις δύο ιστορίες αυθεντικής σύλληψης. Τέρμα η μίρλα
   και ξεκινάμε από τα ουδόλως πρωτότυπα και την ανίατη περίπτωση των αδερφών Κοέν. Το αγαπημένο μου δίδυμο έχει λοξοδρομήσει από τη στράτα τη σωστή και τσαλαβουτά ξυπόλητο σε άγνωστα γι’ αυτό νερά - κοντολογίς όποιος το μαύρο χιούμορ με τις γενναίες δόσεις συμπτώσεων και παρεξηγήσεων αμελεί, λάσπες και σκατά πατεί. Έτσι και στη Γέφυρα των Κατασκόπων όπου έκαναν copy paste της ιστορίας από την Wikipedia, πέταξαν τρεις βεβιασμένους διαλόγους τύπου ‘ξέρω πως στη κομμουνιστική χώρα που ναυάγησες βασιλεύουν οι μάγισσες’ και το πάσαραν στον Σπίλμπεργκ να το στρώσει. Τόσον καιρό βουτηγμένοι ως το λαιμό στην κολακεία και στο γλείψιμο και δεν βρίσκεται ένας χριστιανός να τους τραβήξει το αυτί που έχουν να γράψουν κάτι καλό δικό τους από την εποχή του Ανθρώπου Που Δεν Ήταν Εκεί, παρά μόνο καταπιάνονται με βιογραφίες και μεταφορές βιβλίων. Πλαδάρεψαν, ατόνησαν ο παραμυθοποιοί τους μυς, ξέχασαν να φτιάχνουν τις ιστορίες που αγαπήσαμε. Λογικό να μην με παραξενεύουν οι φήμες περί προχειρογραμμένου αχταρμά για το Hail Ceasar που καταφθάνει και οι σάπιες ντομάτες του κοινού στο ΣαπιοΝτομάτα.com που το συνοδεύουν. Λογικό και λυπηρό.
   Η παρουσία του animation της Pixar Inside Out είναι τυπική και πριμοδοτική. Όχι πως η ιστορία του συγγραφικού του διδύμου δεν έχει μια δόση πρωτοτυπίας - ιδιαίτερα για ταινία κινουμένων σχεδίων - και κάμποσες δόσεις φαντασίας, ωστόσο ας προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε τις υπερβολές μας σε ανεκτά επίπεδα. Το Spotlight από την άλλη διατηρεί μια μεστή δομή καταφέρνοντας να μην καταφεύγει σε εύπεπτoυς συναισθηματισμούς, ωστόσο δεν καταθέτει ως ιστορία κάτι το εξαιρετικό πέρα από μια όμορφη γραμμική αφήγηση.
   Και φτάνουμε επιτέλους στην ιδιαίτερη περίπτωση του Straight Outta Compton. Η ταινία που εξιστορεί τη γέννηση της μπάντας NWA, τη γιγάντωσης του gangsta rap και το ξεκίνημα μεγαθηρίων της σκηνής όπως ο Dr Dre, ο Ice Cube, ο Snoop Dog και ο Eazy-Ε, έγινε κατά βάση η αιτία που ξεσηκώθηκε όλος ο ντόρος περί φυλετικών διακρίσεων από την μαύρη φιλμική κοινότητα. Παρά τα όσα έγραψα παραπάνω περί έλλειψης πολλών σπουδαίων μαύρων καλλιτεχνών στο σύγχρονο κινηματογραφικό τοπίο και παρότι η σχέση μου με τη συγκεκριμένη μουσική είναι όση και η ερωτική μου σχέση με την Κίρα Νάιτλι, συμφωνώ απόλυτα με την αντίδραση. Ακόμη και αν αγνοήσει κανείς όλα εκείνα τα αφηγηματικά της στοιχεία που φορτίζουν συναισθηματικά τον μέσο αφροαμερικανό θεατή - την κοινωνική ανισότητα και τη ρατσιστική αντιμετώπιση από την αστυνομία - και την εκλάβει απλά και μόνο ως φιλμική οντότητα, εξακολουθεί να είναι δυσχώνευτο το πώς αγνοήθηκε από όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες ξεμένοντας μονάχα με αυτήν εδώ την υποψηφιότητα και μάλιστα για τους μόνους λευκούς της συντελεστές: τους σεναριογράφους. Η ταινία σφύζει από ενέργεια, έχει παλμό, έχει ρυθμό, περνάει αέρας παρά τις δυόμισι ώρες διάρκειας, έχει συνολικά εξαιρετικές ερμηνείες, σε κρατάει δεμένο αφηγηματικά όση σχέση και αν έχεις ή θα ήθελες να έχεις με τη θεματική της. Με την κατηγορία-λάστιχο της καλύτερης ταινίας να μην περιορίζεται στις πέντε υποψηφιότητες το Straight Outta Compton χωρούσε άνετα ως προσθήκη, ο πρώτος ανδρικός για τον Jason Mitchell και ο β’ ανδρικός για τον Corey Hawkins που υποδύονται τους Eazy-E και Dr Dre αντίστοιχα αντί των Damon ή DiCaprio και Rylance θα ήταν μια επιλογή απόλυτα δικαιολογημένη και Fuck Da Police and Da Academy πλαγίως και ανακούρκουδα. Μετά τον τόσο ντόρο θεωρώ πως η Ακαδημία θα διστάσει να δώσει στους λευκούς σεναριογράφους της το Όσκαρ προτιμώντας το Spotlight, ενώ εγώ δεν της το δίνω τηρώντας τις ενστάσεις μου περί αυθεντικότητας του σεναρίου, επειδή I got heavy metal music in my blood και coz the boys in the hood are always hard.
   Τι μένει λοιπόν; Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του βρετανού Garland που πρωτογνωρίσαμε από τη σεναριακή του δουλειά στο 28 Μέρες Μετά, ο οποίος γράφει στο Ex Machina μια μοντέρνα εκδοχή του Φρανκενστάιν αντικαθιστώντας το άψυχο σώμα του τέρατος με τις οπτικές ίνες μιας τεχνητής νοημοσύνης. Πέρα από τη σκοτεινή της επιστημονική φαντασία με κεντρικό άξονα την δυσοίωνη θεώρηση των τεχνολογικών αλμάτων, η ταινία διαβάζεται και ως μια παραβολή για τη θέση των δύο φύλων στη σύγχρονη κοινωνία καθώς και ως ένας προβληματισμός για το δικαίωμα της ιδιοκτησίας του δημιουργού επάνω στο δημιούργημά του με τις όποιες θεολογικές προεκτάσεις αυτό συνεπάγεται.  Γεμάτο ιδέες και επικουρούμενο από τα πανέμορφα οπτικά εφέ των ρομπότ καθώς και την ερμηνεία της Βικάντερ για την οποία είπαμε παραπάνω, το Ex Machina αξίζει της αναγνώρισης που θα του έδινε η επικράτηση σε αυτή την κατηγορία. 

ΔΙΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΟ ΣΕΝΑΡΙΟ
Drew Goddard (The Martian) 
 Adam McKay, Charles Randolph (The Big Short)
Emma Donoghue (Room)
Phyllis Nagy (Carol)
Nick Hornby (Brooklyn)

Δεν χωρά αμφιβολία πως το Room προσφέρει τη δυνατότερη συναισθηματικά -και ψυχολογικά και κοινωνιολογικά και φιλοσοφικά- αφήγηση της χρονιάς, οπότε και δεν θα διαχωρίσω τη θέση μου σε σχέση με όσα έγραψα στο πρώτο μέρος του αφιερώματος. Για να μην φαφλατίζω, η αξιολογική μου σειρά στην κατηγορία συμπίπτει με αυτή των καλύτερων ταινιών του πρώτου κειμένου, με τον Αρειανό χυμένο στον πάτο, το Σορτάρισμα με το χάλκινο και το Μπρούκλιν του Χόρνμπι με το ασημένιο μετάλλιο. Στο κενό του μοναδικού αποκλεισμού της Επιστροφής που τόλμησε η Ακαδημία, τοποθέτησε το Carol του Todd Haynes που αν και αρτιότερο αφηγηματικά από την Επιστροφή (διάκριση που θα κέρδιζε μέχρι και το Ράκος Νο.14: Και ο Πρώτος Μπουνάκιας) διακρίνεται για την ατολμία και τη βαρεμάρα που διαχέει απλόχερα. Η Ακαδημία θεωρώ πως θα επιλέξει το Μεγάλο Σορτάρισμα για να μην το διώξει με άδεια χέρια από τη βραδιά.

ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΤΑΙΝΙΑ

   Σε αυτή την κατηγορία η απογοήτευση της βραδιάς είμαι εγώ, μιας και κατάφερα να δω μόνο το τουρκόφωνο Mustang που κατεβαίνει ως Γαλλική συμμετοχή αφού όλα τα υπόλοιπα είναι προς το παρόν άφαντα. Σε αυτό λοιπόν πέντε ορφανά κορίτσια ζουν το δικό τους Κωσταλέξι σε κάποιο απομακρυσμένο χωριό στα βάθη της Τουρκίας (καμιά χιλιάρα χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη, έτσι για να σας πείσω ότι όντως το είδα) μαζί με έναν αυταρχικό θείο και μια γιαγιά εγκλωβισμένη ανάμεσα στις Σκύλες και τον Χάρυβδο. Μόνη διέξοδος από τη φυλακή του σπιτιού τους η με το ζόρι παντρειά - ή κάτι ακόμη πιο δραστικό που δεν θα σποϊλεράσω, αν και θα αποκαλύψω ότι ως το τέλος η καθεμιά τους θα έχει λυτρωθεί με τον δικό της τρόπο. Από την ντολμαδοπαρασκευή ως τις εξετάσεις παρθενίας και τα αίματα στο σεντόνι να φέρνουν στο νου ολίγη από Ελλάδα των 60s, η ταινία δεν όσο μαύρη και άραχλη φαντάζεσαι. Στην επιφάνειά της τουλάχιστον είναι μια γλυκιά αφήγηση απότομης ενηλικίωσης, μικρών επαναστάσεων και σεξουαλικής απελευθέρωσης σε μια πατριαρχική κοινωνία.
   Και μπορεί οι Ατίθασες (όπως είναι ο ελληνικός τίτλος) να μοιάζουν ακαταμάχητες, φαβορί στην κούρσα ωστόσο είναι το Ουγγρικό Son of Saul που έχει ήδη τιμηθεί με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες. Πώς θα μπορούσε να μην είναι άλλωστε όταν έχει ως πρωταγωνιστή έναν εβραίο Sonderkommando που φτυαρίζει πτώματα συμπατριωτών του στο Άουσβιτς. Λίγο το εβραϊκό λόμπι του Χόλιγουντ, λίγο η σκληρή θεματική, λίγο οι διθυραμβικές κριτικές που το ακολουθούν, βάζεις εκατό ευρώ στο στανταράκι και κερδίζεις μια Μπαμπαλού με δροσιστική γέμιση φράουλα. Θα το δούμε και θα το κρίνουμε και αυτό, όπως και τους σαμάνους του Κολομβιανού Embrace of the Serpent που επίσης συνοδεύεται από πολύ καλές κριτικές καθώς και από το σπάνιο πεντάστερο του στριμόκωλου Jordan Hoffman της Guardian που το χαρακτηρίζει ως «μια ονειρική εξερεύνηση της ιμπεριαλιστικής ρύπανσης του Αμαζονίου». Ρίγη. Κατά τα λοιπά έχουμε την Ιορδανική περιπέτεια επιβίωσης ενός βεδουίνου αγοριού ονόματι Theeb στην Οθωμανική Αυτοκρατορία του 1916 - κάτι μου λέει ότι στη Μέση Ανατολή τον αποκαλούν μουσουλμάνο ΝτιΚάπριο, ενώ η Αυστρία μας φέρνει την ιστορία ενός διοικητή που κατηγορείται για το θάνατο αμάχων στο Αφγανιστάν υπό τον τίτλο A War. Ας μην τα μελετήσω άλλο και ξανατσατιστώ που δεν έχουν πέσει ακόμα στα χέρια μου.

ΜΟΥΣΙΚΗ - ΤΡΑΓΟΥΔΙ

   Σκέφτεσαι Ennio Morricone, φαντάζεσαι κολλητικές μελωδίες φυσαρμόνικας σε σπαγγέτι γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε και μετά βλέπεις το Hateful Eight του Ταραντίνο. Ψάχνεσαι. Μήπως αφαίρεσαν τη μουσική από την κόπια μου; Πέρα από κάποια διάσπαρτα τραγούδια δεν πρόσεξα κάποια άλλη μουσική επένδυση και σχώρα με που δεν θα κάτσω να ψάξω αν τα τραγούδια είναι συνθέσεις του Μορικόνε αφού είναι για τον λούτσο της Βιστωνίδας - που ως γνωστόν έχει απαράδεκτη μουσική παιδεία για ψάρι. Έτσι ανεξήγητα θα πάρει το Όσκαρ επειδή η φετινή χρονιά θυμίζει φάση ‘για θυμήσου καλά’ (μήπως έχεις χαθείς μέσα σε δρόμους που καίνε). Όχι πως οι υπόλοιποι πάνε πίσω, ξεπλυμένα πράγματα στη Γέρφυρα των Κατασκόπων και στο Κάρολ και στο Star Wars, τίποτα αυθεντικό ή εξαιρετικό. Δώστο όπου θες.
   Τσαντίλας συνέχεια. Όταν τη χρονιά που χάσαμε τον Lemmy, τον B.B.King, τον Scott Weiland, τον Gary Richrath και πρόσφατα τον Piotr Grudzinski των Riverside το μόνο υποψήφιο τραγούδι με λίγη ηλεκτρική κιθαρούλα είναι αυτό της Λαίδης Γκάγκα, παρακαλάς κάποιος να χακάρει τη μετάδοση και να χώσει στη μάπα εκατομμυρίων τηλεθεατών τη βαναυσότερη ντεθμεταλλιά συνοδεία πλάνων από φλεγόμενες Νορβηγικές εκκλησίες και σουπεράκι υπότιτλο Τα Όμορφια Αυτιά Όμορφα Καίγονται. Σε μια πεντάδα που ζέχνει κλαψομασχαλίλα, το Till It Happens To You μοιάζει με όαση - και ξέρεις πως όταν λέω όαση εννοώ εκείνη τη λιμνούλα με το φοίνικα στη μέση της ερήμου όπου πνίγεται η Lady Gaga ενώ την τσαλαπατά ένας ελέφαντας με πλατυποδία.

ΤΑ ΥΠΟΔΕΛΟΙΠΑ

   Φωτογραφία και Καλλιτεχνική Διεύθυνση και Ενδυματολογία και Μοντάζ και όλα τα Οπτικοηχητικά ανήκουν δικαιωματικά στο Mad Max. Κάποια θα τα σηκώσει, κάποια θα τα χάσει με πιθανότερο της Φωτογραφίας που μπορεί να ξαναπάει στον Lubezki της Επιστροφής. Κάποιο θα τσιμπήσει και το Star Wars (με το οποίο δεν ασχολήθηκα καθόλου αν και το υπέμεινα, οπότε πάρε μια γρήγορη κριτική: ανάξιο αναφοράς), στην Ενδυματολογία παίζει γερά και το Danish Girl για τη φούστα μπλούζα ελαφρά πούδρα του Ρεντμέιν, ενώ στο Μοντάζ μπορεί να δούμε κάποια βαριά ταινία όπως το Spotlight ή το Μεγάλο Σορτάρισμα ανάλογα με το τι θα τους έχουν κρατήσει για τις μεγάλες κατηγορίες.

Συνοπτικά τα είπα, κοντά 9 χιλιάδες λέξεις, δεν έχεις παράπονο.
Φιλιά, σε κλείνω.
Πάλι. 




Οι συγκεντρωτικές φωτογραφίες είναι κούρτεσι 
του Hollywood Reporter.

Facebook Twitter Twitter

3 σχολια:

TwistedTool είπε...

Διάβασα βιαστικά και έχω να πω:
1. Ακριβώς το ίδιο ένιωθα όταν έβλεπα τον Pranjic στην αρχική ενδεκάδα σε αγώνες της Bayern. Ακριβώς όμως.
2. Μου άρεσε πάρα πολύ το H8ful Eight. Και τη μουσική, ακόμα κι αν περιοριζόταν μόνο στο κομμάτι του opening scene, θα τη λάτρευα όσο τη λατρεύω και τώρα.
3. *ωρίμαση (αν μου επιτρέπεις).
4. Είναι πολλές οι ταινίες που δεν είδα από τις υποψήφιες, αλλά το ψηλά κατατάσσω το Ex Machina (μεταξύ των περσινών ταινιών εννοώ), δε νομίζω να αλλάξει πολύ μετά που θα τις δω όλες!

Φιλιά, off!

offshade είπε...

Φίλε ΤΤ ευχσριστώ για τα σχόλια!
Περί ταινιών, περί ορέξεως.
Περί 'ωρίμανσης' σε ένα κείμενο φίσκα στους νεοτερισμούς θα μου τον επιτρέψεις, πόσο μάλλον όταν τον έχουν αποδεχτεί όλοι οι συγγραφείς ιατρικών βιβλίων με τα οποία έχω μεγαλώσει και δεν πρόκειται να τον ξεσυνηθίσω ούτε να τον αλλάξω.
Συνοπτικά αν θες μια πεντάδα για ξεκίνημα και για όλα τα γούστα, θα πρότεινα Room, Boy and the World, Mustang, Amy, Ex-Machina. Και το Trumbo. Και μετά Straight Outta Compton.
Καλή συνέχεια στα δικά σου - και τα εκδοτικά, μην νομίζεις ότι δεν παρακολουθώ στα βουβά.

TwistedTool είπε...

Off μου, βεβαίως και δε θα φέρω καμιά αντίρρηση για το 'ν'! Καταλαβαίνω απόλυτα τι λες.

Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για τη λιστούλα, με ευκολύνεις πολύ!

Ευχαριστώ και για τις ευχές. Θα ενημερωθείτε εν καιρώ ;)

ΜΙΛΑΡΕΣΥ

Δεν έχεις λογαριασμό; Επίλεξε "όνομα/διεύθυνση URL"
και άσε το δεύτερο πεδίο κενό. Μπορείς και ως ανώνυμος.