20/3/10

Hurt Locker (aka Παραπονιάρες Ντουλάπες και Αλλαντικά Παπακαλιάτης)

Ο Rogert Ebert των Chicago Sun Times, ένας από τους πιο διάσημους σινεκριτικούς του σύμπαντος, έγραψε για το Hurt Locker ότι είναι «ένα υπέροχο φιλμ, ένα πανέξυπνο φιλμ, ένα φιλμ γυρισμένο τόσο ξεκάθαρα ώστε να ξέρουμε ακριβώς ποιος είναι ο καθένας, πού βρίσκεται, τι κάνει και γιατί». Σίγουρα είναι υπεραρκετοί οι παραπάνω λόγοι για να χαρακτηρίσεις μια ταινία υπέροχη, πόσο μάλλον να της δώσεις το Όσκαρ καλύτερης ταινίας και ακόμη περισσότερο -μιας και όλα είναι τόσο ξεκάθαρα πια- και αυτό του καλύτερου σεναρίου. Ευτυχώς δηλαδή που βρέθηκε και αυτή η άγια ταινία να μας ξεστραβώσει, γιατί με τόσες νοητικές σπαζοκεφαλιές που έχει γεμίσει το Χόλιγουντ πάψαμε πια να καταλαβαίνουμε τι βλέπουμε - δεν είναι σενάρια αυτά, τα Ρέμπους του Σταυρολύνω είναι. Και ευτυχώς που μου το υπέδειξε αυτό ο Ρότζερτ φίλε Μπλόγκι, γιατί ως τώρα νόμιζα ο ανόητος ότι κάτι έχανα απ’ την πλοκή επειδή κάπου στα μισά βάραιναν τα βλέφαρά μου. Μα πόσο χοντροκέφαλος είμαι τελικά. 


Επίσης θα πρόσεξες πόσες φορές επαναλαμβάνει τη λέξη «φιλμ». Αναγκαίο κακό, μιας και το αποτέλεσμα της κινηματογράφησης της Bigelow είναι τόσο ρεαλιστικό, που πρέπει να ενημερωθεί ο μέσος  θεατής προτού μπερδευτεί σαν κωθώνι που είναι και πιστέψει ότι πρόκειται για ντοκιμαντέρ γυρισμένο από κάποιον ανταποκριτή πολέμου. Είναι τόσο αληθινό που κάνει τα τρισδιάστατα εφέ του Avatar να μοιάζουν με τις αλησμόνητες σοφτ-τσόντες που είχε φέρει μια εποχή ο Μαστοράκης στο Star, όπου καθόσουν και τον έπαιζες φορώντας εκείνα τα πλαστικά γυαλιά με τον έναν μπλε και τον άλλον κόκκινο ζελατινοειδή φακό. Διάολε, μπορεί να μην έκανε την γκόμενα να φαίνεται πιο αληθινή, αλλά με το ένα βυζί μπλε και το άλλο κόκκινο σε έμπαζε σε ένα ψυχεδελικό τριπάκι που νόμιζες ότι τον τίναζες υπό τους ήχους των Jefferson Airplane έχοντας κατεβάσει πρώτα έναν βαρβάτο συνδυασμό Rohypnol και ακατέργαστης βότκας - απ’ αυτή που χρησιμοποιούσε ο Κόκκινος Στρατός στο Στάλινγκραντ για να πυρπολεί τα τανκ του Ράιχ.



Ρεαλισμός μάγκα μου, αυτός θα τους σόκαρε, δεν εξηγείται αλλιώς. Και έμεινε όλο το Αγγλοσαξονικό μπλοκ των σινεκριτικών με το στόμα ανοιχτό, πάγωσε το κάτουρο στις κύστεις τους ρε φίλε. Τόσα χρόνια παραμυθιασμένοι από τα χάι-ντεφ γραφικά του κάθε CNN, με τα τρισδιάστατα Black Hawk να φτύνουν πίξελ φωτιάς, τους πολύχρωμους χάρτες-κουφετάκια του Ιράκ και του Αφγανιστάν με τις επεξηγηματικές γραμμούλες για το πόσο βυθοσκόπησαν τις τελευταίες ώρες τα US Άρμι στο εχθρικό έδαφος και ξέχασαν ότι και αυτά τα US Άρμι έχουν ψυχή. Πονάνε όταν απενεργοποιούν αυτοσχέδιες βόμβες. Ψυχορραγούν που χάνουν τον τελευταίο κύκλο του Lost. Έχει να αγγίξει ο κώλος τους σκαμνί φαστφουντάδικου κάτι μήνες και την παλεύουν με κονσερβοσαβούρες που τους στέλνει ο κάθε Τσέινι και ο κάθε Γκέιτς. Και το άγχος δυσβάσταχτο γαμώτη. Τέτοιο στρες, ούτε ο Παπακαλιάτης την εποχή που σαλάμιαζε και μάνα και κόρη στο Κλείσε τα Μάτια. Δεν τα λέτε, δεν τα γράφετε και έρχεται κάποια Μπίγκελοου και σας τα τρίβει τα μούτρα: έτσι είναι η πρώτη γραμμή, σκληρή και άπονη, με σάουντρακ χιπ χοπ-Καζαντζίδη. Κούνα και λίγο την κάμερα μωρό μου, κούνα την όσο πιο ρεαλιστικά μπορείς, να φυτρώσει δακρυϊκούς αδένες μέχρι και το αγαλματίδιο του Όσκαρ και να βαλαντώσει.

Τι και αν ξεσηκώθηκαν οι βετεράνοι του Ιράκ και του Αφγανιστάν για τις ανακρίβειες και την αναληθοφάνεια του όλου εγχειρήματος; [Ryan Gallucci, βετεράνος του Ιράκ: «Αναγκάστηκα να το κλείσω τρεις φορές, αλλιώς θα πετούσα το τηλεκοντρόλ στην οθόνη». Paul Rieckhoff, ιδρυτής της Ένωσης Βετεράνων του Ιράκ και του Αφγανιστάν: «Πήρε 9 περισσότερες υποψηφιότητες για Όσκαρ απ’ όσες άξιζε. Δεν ξέρω γιατί οι κριτικοί λατρεύουν αυτή την ηλίθια, ανακριβή ταινία τόσο πολύ».] Το Time την χαρακτήρισε «μια σχεδόν τέλεια πολεμική ταινία» και αφού το λέει ένα τόσο έγκυρο περιοδικό, έτσι θα είναι. Και από πίσω του και όλοι οι υπόλοιποι παρατρεχάμενοι, μην τύχει και λοξοδρομήσουν και τους γίνει στενός κορσές  ο τρομονόμος του Μπους.

Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε. Παλιά οι μεγάλοι σκηνοθέτες είχαν να φυλάνε από αλλού τον κώλο τους. Ξεκοκάλιζαν το καλεντάρι και αν έβρισκαν στον ορίζοντα ταινία με ανάπηρο, δυσλεκτικό, πάσχοντα από γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση ή Εβραίο έστελναν τα φιλμ στις Κάννες για να δουν κανά βραβείο, γιατί τα Όσκαρ ήταν ξεγραμμένη υπόθεση. Τώρα βρήκαν άλλον μπελά: η χώρα του Χόλιγουντ επιδεικνύει το Holy Wood της για να σώσει όλους εμάς τους αχάριστους από την τρομοκρατία και τις ανεξέλεγκτες τιμές πετρελαίου - και όλοι οι ψευτοήρωες του παρελθόντος επιβάλλεται να παραμεριστούν για τον γνήσιο ήρωα των μαχών.

Εκείνον τον μέσο απένταρο και αγράμματο ισπανοαφροαμερικάνο δηλαδή που έγινε μισθοφόρος για να εξασφαλίσει ιατρική ασφάλιση για την οικογένειά του μιας και δεν του έφταναν οι τρεις μισθοί - και ο στρατός την παρέχει ως μπόνους-κανονάκι μαζί με κάθε πετυχημένη περίπολο. Στο φιλμ βέβαια (επανέλαβε μαζί μου: φιλμ) ο ισπανοαφροαμερικάνος είναι ξανθός, γαλανομάτης, παντρεμένος με την Τζενούλα την Άνιστον και γεμίζουν δύο καρότσια σε μια επίσκεψή τους στο σούπερ μάρκετ, αλλά ταινία είναι ρε φίλε, τι περιμένεις; Ρεαλισμό;

Αλλά μην το πω προπαγάνδα. Παρατραβηγμένο.

Από την άλλη, όταν τα ‘κανε αυτά η Ρίφενσταλ στο «Θρίαμβο της Θέλησης», ήταν προπαγάνδα. Φυσικά. Τι άλλο θα ‘ταν, όταν χρονογραφεί το συνέδριο της Ναζιστικής παράταξης του 1934 στη Νυρεμβέργη, όταν δείχνει αποσπάσματα της ομιλίας του Χίτλερ; Μας πέφτει όμως βολικό να ξεχνάμε κάτι: Την εποχή της η ταινία διακρίθηκε παγκοσμίως για την τεχνική της Ρίφενσταλ πίσω από την κάμερα, με τη χρήση τηλεφακών και γωνιών λήψης και αεροφωτογραφίας που εισήγαγαν πρωτοποριακές ιδέες και εξακολουθεί να θεωρείται μια από τις σημαντικότερες δημιουργίες στον κινηματογράφο. Το περιεχόμενο δεν ενόχλησε κανέναν. Μέχρι και στις ΗΠΑ τιμήθηκε. Βλέπεις, η λαίλαπα του Τρίτου Ράιχ ήταν ακόμα 5 χρόνια μακριά. Η τάξη πραγμάτων της εποχής δεν είχε τίποτα να της προσάψει. 



Ούτε και της Bigelow. Η σημερινή. Γιατί πού ξέρεις, μπορεί σε 40-50 χρόνια από σήμερα να λογίζεται ως ένα πρώιμο υλικό προπαγάνδας με όσα πιθανά να ακολουθήσουν. Μπορεί να μην φέρει το όνομα του Robert Gates ή του Obama στη λίστα των παραγωγών όπως αντίστοιχα ο Χίτλερ στην ταινία της Ρίφενσταλ, δεν μας έδειξε όμως ούτε βομβαρδισμένες συνοικίες, ούτε αποθήκες με πτώματα, ούτε ακρωτηριασμένα παιδιά σε νοσοκομεία δίχως φάρμακα. Ίσως οι επόμενες γενιές να έχουν τη διαύγεια να διακρίνουν ότι τα ψήγματα αλήθειας που γιγαντώνει η σινεβιομηχανία του καιρού μας, δεν είναι παρά ένας μηχανισμός προπαγάνδας για να κρυφτεί το φεγγάρι πίσω από το δάχτυλό μας. Το φεγγάρι όμως το αφήνουμε για τις εικόνες του Αλ Τζαζίρα, το ερυθροκαρπέτ συνάφι χρειάζεται λαμπερό φωτισμό για να μην πάει στράφι το μακιγιάζ. 


Άλλωστε τι κατάλαβε και ο Κόπολα το ’79 που πήρε το τηλεσκόπιο για να μας αποκαλύψει τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού; «Αποκάλυψη; Πέρσι!» του ψιθύρισε στο αυτί η Ακαδημία και τα έδωσε όλα στον Κράμερ που τσακωνόταν με την Κράμερ. Και με ευγενική καλοσύνη του επέστρεψε το τηλεσκόπιο με τον τρόπο που προστάζει το σαβουάρ βιβρ. Τον έχεις δει που περπατάει σαν συγκαμένος; Τώρα ξέρεις. Ενώ η Μπίγκελοου ε; Γαζέλα.





Facebook Twitter Twitter

2 σχολια:

Ανώνυμος είπε...

ΕΓΡΑΨΕΣ ΠΑΛΙ.ΚΑΙ ΕΓΡΑΨΕΣ ΟΡΘΑ

offshade είπε...

Να 'σαι καλά, ανώνυμε. Άφηνε όμως και ένα ονοματάκι ή ψευδωνυματάκι να σε θυμάμαι!

ΜΙΛΑΡΕΣΥ

Δεν έχεις λογαριασμό; Επίλεξε "όνομα/διεύθυνση URL"
και άσε το δεύτερο πεδίο κενό. Μπορείς και ως ανώνυμος.